Έπαυσες βιαστικά αυτή τη χαζοχαρούμενη αηδία.
Αύγουστος ήταν ;
Έκανες να πάρεις το μόνιτορ μαζί.
Να το διαλύσεις δίπλα στον κάδο.
Τόσο σου στοίχισε τούτη η ομολογία.
Επρόκειτο για τυπικό δείγμα αναπαράστασης.
Έδεσες σφιχτά τα κορδόνια.
Τσέπωσες ένα παλιομοδίτικο αστείο.
Έστριψες τρις το κλειδί.
Άναψες ένα σπίρτο.
Μουντζούρωσες έναν αυτοσχέδιο σταυρό.
Φόρεσες τα λυπημένα μάτια σου.
Πήρες τους φωτισμένους δρόμους.
Κάτω απ'το δειλινό παραθύρι γέλασες υστερικά.
Αυτά που έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει'
Όλη κι όλη μια εξακρίβωση στοιχείων σου χρειαζόταν.
Σύντομα φώναζες.
Να σε στήσουν στον τοίχο και να σε πασπατέψουν.
Ηύξησες τον τόνο της ψυχής σου.
Να σε ξαπλώσουν στο αυτόφωρο.
''Δότε να πίω!''
Ανταπόκρισης ουδεμία.
Χτύπησες στον Αρτεμίδωρο.
Κι απ τα ρούχα κάτω γυμνά τ αγαπημένα μέλη ξαναβλέπεις.
Ήλπιζες να σου εξασφαλίσει ένα κάποιο τέλος.
Σου χρωστούσε για το μερτικό στα νειάτα.
Για το τότε πια το αμάξι το κλεισμένο.
Ο καθρεπτης στην εισοδο ήταν ακόμη εκεί.
Άνοιξες το συρτάρι και φόρεσες δυο ολάκερους βαθμούς.
Στο δρόμο σε προσπέρασε ένα παραμιλητό.
''Και τωρα τι θα γενουμε χωρις βαρβαρους.
Oι ανθρωποι αυτοι ησαν μια καποια λυσις''
Όταν η φωνή σου φώλιασε σε μια μισοσβησμένη λύχνο
άκουσες φωνές πίσω απ'τον καπνιστό σταυρό.
Θαύμα δεν ήταν.
Το μόνιτορ έπαιζε πάλι.
Είχαν αφιέρωμα σ'έναν απ'τους ποιητάδες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου